Στο ιστολόγιο υπάρχουν : Α.Γενικά άρθρα για την Ορθόδοξη Ιεραποστολή. Β.Πληροφορίες που σχετίζονται με το επιτελούμενο Ορθόδοξο ιεραποστολικό έργο κυρίως του Οικουμενικού Πατριαρχείου καθώς και των Πατριαρχείων Ρωσίας-Ιεροσολύμων και Αντιοχείας,και της Επισκοπής Μαδαγασκάρης του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας ,χωρίς να μετατραπεί το ιστολόγιο σε άτυπο γραφείο τύπου οποιασδήποτε εκκλησιαστικής αρχής.
Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013
Η Ορθόδοξη Διασπορά στην Κορέα
blog counter
υπό του Επισκόπου Αμβροσίου Ζωγράφου, Μητροπολίτου Κορέας
Μοιραστείτε το:
Share on facebookShare on twitterShare on emailShare on gmailMore Sharing Services
Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι η παρουσίαση του τρόπου λειτουργίας της ορθόδοξης Διασποράς στην Κορέα, ως ελάχιστη συμβολή στις προσπάθειες οι οποίες καταβάλλονται τελευταίως πανορθοδόξως, με την πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προς επίλυση του φλέγοντος και ακανθώδους, συνάμα, για ιστορικούς και ποιμαντικούς λόγους, προβλήματος της Ορθόδοξης Διασποράς.
Στις γραμμές που ακολουθούν θα γίνει πρώτον, μια ιστορική αναδρομή τής Εκκλησίας της παροικούσης εν Κορέα, στην οποία θα παρουσιαστούν, όσο γίνεται πιο σύντομα, οι κυριώτεροι σταθμοί απ᾽ την ίδρυσή της μέχρι σήμερα, ώστε να χρησιμεύσει ως ιστορικό υπόβαθρο, για να καταγραφεί εν συνεχεία, δεύτερον, το χρονικό δημιουργίας της ορθόδοξης Διασποράς στην Κορέα και η ποιμαντική διακονία της Ιεράς Μητροπόλεως Κορέας σ᾽ αυτή.
Η παρούσα μελέτη προσφέρεται με πολλή αγάπη και σεβασμό προς τιμήν του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιταλίας και Μελίτης κ. Γενναδίου, επ᾽ ευκαιρία συμπληρώσεως πενήντα χρόνων ευδοκίμου διακονίας του στην Εκκλησία.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η Κορέα δεν είναι μια ορθόδοξη ούτε καν μια χριστιανική χώρα[1]. Ο Χριστιανισμός υπό την ρωμαιοκαθολική και προτεσταντική εκδοχή του έκανε την εμφάνισή του στην Κορέα με οργανωμένες ιεραποστολές τον 18ο αι. παρά το γεγονός ότι ρωμαιοκαθολικοί ιεραπόστολοι είχαν αρχίσει μικρή ιεραποστολική προσπάθεια στην Κορέα από τον προηγούμενο αιώνα[2].
Η παρουσία της Ορθοδοξίας στην Κορέα έχει ιστορία εκατόν δέκα χρόνων. Το έργο της ορθόδοξης μαρτυρίας στην κορεατική χερσόνησο ξεκίνησε το 1900 από την εν Ρωσσία Ορθόδοξη Εκκλησία[3]και από το 1955 μέχρι σήμερα συνεχίζεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Τα βασικώτερα ιστορικά γεγονότα της ζωής της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Κορέα έχουν, πολύ σύντομα, ως εξής[4]:
H ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΚΟΡΕΑΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΣΙΑΣ
Υπό την Ιερά Μητρόπολη Αγίας Πετρουπόλεως.
Στις 2 Ιουλίου του 1897 η Ιερά Διοικούσα Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσσίας αποφάσισε την ίδρυση στην Κορέα «Ρωσσικής Ορθοδόξου Ιεραποστολής» (απόφαση υπ᾽ αριθ. 2195), με σκοπό «την εξυπηρέτηση των θρησκευτικών αναγκών των Ορθοδόξων Ρωσσων που διέμεναν στην Κορέα και την ενδεχόμενη διάδοση της αγίας Ορθοδόξου Πιστεως μεταξύ του αυτόχθονος ειδωλολατρικού πληθυσμού». Δύο χρόνια αργότερα, το 1899 αφίχθη στην Σεούλ ο ιεροδιάκονος Νικόλαος Αλεξέγιεφ(1869-1952), ο πρώτος δηλαδή Ρώσσος ιεραπόστολος που έφθασε στην Κορέα[5]. Τον Ιανουάριο του 1900 στάλθηκε διορισμένος από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσσίας ως προϊστάμενος της Ορθόδοξης Ιεραποστολής στην Κορέα ο Αρχιμ. Χρύσανθος Σετκόφσκυ (1869-1906)[6], σε αντικατάσταση του Αρχιμ. Αμβροσίου Γκούντκο ο οποίος είχε διορισθή προϊστάμενος στις 9 Οκτωβρίου του 1897[7]. Στις 17 Φεβρουαρίου έγινε ο καθαγιασμός του προσωρινού Παρεκκλησίου, αφιερωμένου στον Άγιο Νικόλαο, σε κατάλληλα διαμορφωμένη αίθουσα του Ρωσσικού Προξενείου, στο οποίο τελέστηκε και η πρώτη θ. Λειτουργία, γι᾽ αυτό η 17 Φεβρουαρίου 1900 θεωρείται η γενέθλιος ημέρα της εν Κορέα Εκκλησίας. Εν συνεχεία το 1903 μεγάλη αίθουσα του ιδιόκτητου σχολείου της Ιεραποστολής διαμορφώθηκε σε ναό του Αγίου Νικολάου.Αλλά το έργο της ιεραποστολής διεκόπη μετά την νίκη των Ιαπώνων κατά τον ρωσσο-ιαπωνικό πόλεμο και την απέλαση όλων των Ρώσσων ιεραποστόλων. Η λειτουργία της Ιεραποστολής συνεχίστηκε το 1906 με τον νέο προϊστάμενο του ιεραποστολικού κλιμακίου Αρχιμ. Παύλο Ιβανόφσκυ (1874-1919)[8].
Υπό τήν Ιερά Επισκοπή Βλαδιβοστόκ
Η ευθύνη του έργου της ιεραποστολής στην Κορέα, με απόφαση της Ιεράς Διοικούσης Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσσίας, μεταβιβάστηκε το 1908 από τον Μητροπολίτη Αγίας Πετρουπόλεως στον Επίσκοπο Βλαδιβοστόκ.
Το 1911 χειροτονήθηκε Διάκονος ο Ιωάννης Kang-Tak (1877-1939), ο πρώτος Ορθόδοξος Κορεάτης κληρικός, που υπηρετούσε μέχρι τότε ως διδάσκαλος στο σχολείο της Ιεραποστολής. Το 1912 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Το 1918 αποχώρησε από την Ιεραποστολή. Μετέβη στο Χαρμπίν όπου διακόνησε την εκεί Εκκλησία μέχρι του θανάτου του το 1939. Το 1913 χειροτονήθηκε Διάκονος ο Ορθόδοξος Κορεάτης Λουκάς Kim Hyi Jun (1881-1929) και πρεσβύτερος το 1924.
Το 1912 μετέβη στην Κορέα ως προϊστάμενος της Ιεραποστολής (1912-1914) ο Αρχιμ. Ειρήναρχος Σεμανόφσκυ (1873-1923).Το 1917 ανέλαβε την ευθύνη της Ιεραποστολής στην Κορέα ο ιερομόναχος Παλλάδιος Σελέτσκυ (1880-;), ο οποίος παρέμεινε στην Κορέα μόνο τρεισήμισυ μήνες. Το 1917 αυτοαποσχηματίσθηκε από κληρικός.
Το 1917 διορίστηκε ως προϊστάμενος της Ιεραποστολής Κορέας ο ιερομόναχος Θεοδόσιος Περεβάλωφ (1875-1933). Την θέση αυτή κατείχε μέχρι το 1930, οπότε παραιτήθηκε και αναχώρησε για το Τόκυο[9].
Υπό τήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Τόκυο
Μετά την μπολσεβικική επανάσταση το 1917 και την επικράτηση του κομμουνισμού στην Ρωσσία, η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιμετώπισε, ως γνωστόν, σκληρό διωγμό. Το χειμαζόμενο Πατριαρχείο Μόσχας αλλά και ο Αρχιεπίσκοπος Βλαδιβοστόκ, στον οποίο, όπως προαναφέρθη, είχε υπαχθεί η ορθόδοξη κοινότητα του Αγίου Νικολάου Σεούλ, δεν είχαν πλέον καμμία επικοινωνία με την Κορέα, ούτε μπορούσαν να την ενισχύσουν καθ᾽ οιονδήποτε τρόπο, όπως γινόταν κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες από της ιδρύσεώς της. Προς τούτο η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Μόσχας στην συνεδρία αυτής της 24ης Νοεμβρίου 1921 με την υπ᾽ αριθμ. 1571 απόφασή της υπήγαγε την Ορθόδοξη Ιεραποστολή Κορέας στον Αρχιεπίσκοπο Τόκυο Σέργιο (Τιχομίρωφ). Ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Τόκυο είχε συμβουλευτικό ρόλο στα θέματα της Ιεραποστολής στην Κορέα και μεριμνούσε για την χειροτονία και τον διορισμό των κληρικών του ιερού ναού Αγίου Νικολάου Σεούλ.
Από 1931 μέχρι το 1936 προΐστατο της Ορθόδοξης Ιεραποστολής στην Κορέα ο Αρχιμ. Αλέξανδρος Τσιστυακώφ, ο οποίος υπηρετούσε στην Μαντζουρία. Το 1936 υπέβαλε την παραίτησή του και αναχώρησε από την Κορέα.
Το 1932 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Αρχιεπίσκοπο Τόκυο Σέργιο ο Κορεάτης ψάλτης Αλέξιος Kim Yi-Han (1895-1950). Το 1947 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Το 1950 συνελήφθη από τον βορειοκορεατικό στρατό και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του.
Εκτός όμως από το Πατριαρχείο Μόσχας στην Κορέα ήρθε το 1935 και Ρώσσος ιερέας απεσταλμένος από την Υπερόριο Ρωσσική Ορθόδοξη Εκκλησία της Διασποράς. Ο ιερέας Ιωάννης Τροστιάνσκυ λειτουργούσε στον ιδιωτικό ναό της οικογένειας Γιανκόφσκυ στην πόλη Novina (στο ΒΑ τμήμα της κορεατικής χερσονήσου) και υπηρέτησε εκεί μέχρι το 1953.
Το 1936 αφίχθη στην Κορέα ως προϊστάμενος της Ορθόδοξης Ιεραποστολής ο ιερομόναχος Πολύκαρπος Πριιμάκ (1912-1989). Υπηρέτησε στην Κορέα μέχρι τις 29 Ιουνίου του 1949, οπότε συνελήφθη από την κορεατική αστυνομία σαν σοβιετικός κατάσκοπος και απελάθηκε μαζί με την μητέρα του. Έτσι έκλεισε η πρώτη περίοδος της υπό την δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας Ορθόδοξης Ιεραποστολής στην Κορέα.
Η Ορθόδοξη Ιεραποστολή της Κορέας κατά την περίοδο του Κορεατικού Πολέμου.
Το 1950, ως γνωστόν, άρχισε ο κορεατικός πόλεμος (1950-1953). Οι ορθόδοξοι Κορεάτες πιστοί, όπως και οι περισσότεροι συμπατριώτες τους υπέφεραν τα πάνδεινα. Οι περισσότεροι προκειμένου να σωθούν κατέφυγαν στο Πουσάν και στα νότια διαμερίσματα της χώρας. Έτσι το ορθόδοξο ποίμνιο διασκορπίστηκε. Σημαντική πνευματική και υλική βοήθεια πρόσφεραν σ᾽ αυτή την δύσκολη εποχή το Εκστρατευτικό Σώμα Ελλάδας (ΕΚ.Σ.Ε.) στην Κορέα (1950-1955), που συμμετείχε στην ειρηνευτική δύναμη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, και ιδιαιτέρως οι στρατιωτικοί ιερείς, που συνόδευαν το Σώμα για τις λειτουργικές του ανάγκες. Πρώτος στρατιωτικός ιερέας, που ήρθε σε επικοινωνία με τους Ορθόδοξους Κορεάτες ήταν ο Αρχιμανδρίτης Χαρίτων Συμεωνίδης (μετέπειτα Μητροπολίτης Πολυανής και Κιλκισίου). Κατόπιν από το 1953 έως το 1954 στο Ορθόδοξο ποίμνιο προσέφερε μεγάλη βοήθεια ο Αρχιμ. Ανδρέας Χαλκιόπουλος[10]. Με πρωτοβουλία του ανακαινίστηκε ο ερειπωμένος ναός του Αγίου Νικολάου Σεούλ, δι᾽ εράνου που διενήργησε μεταξύ των Ελλήνων στρατιωτών. Ο π. Ανδρέας φρόντισε, πριν να αναχωρήσει από την Κορέα, να αφήσει έναν Κορεάτη ιερέα στον ναό του Αγίου Νικολάου. Η ορθόδοξη Κοινότητα πρότεινε ως υποψήφιο ιερέα τον Βόριδα Μουν (Moom Yi-Han 1910-1977), ο οποίος χειροτονήθηκε στην Ιαπωνία σε Διάκονο και πρεσβύτερο από τον Αρχιεπίσκοπο Τόκυο Ειρηναίο, ο οποίος ήταν ο πλησιέστερος Ορθόδοξος Επίσκοπος της περιοχής. Λόγω του πολέμου αλλά και των εχθρικών σχέσεων μεταξύ Κορέας και Ιαπωνίας την περίοδο αυτή ήταν απηγορευμένη η έξοδος οποιουδήποτε Κορεάτου από την χώρα και ιδιαιτέρως η μετάβασή του στην Ιαπωνία. Ο π. Ανδρέας Χαλκιόπουλος κατόρθωσε με την βοήθεια του αμερικανικού στρατούνά δοθεί η σχετική άδεια για την μετάβαση του Βόριδος Μουν στην Ιαπωνία για την χειροτονία του. Μεταμφιεσμένος, λοιπόν, σε μαύρο Αμερικανό στρατιώτη, ο Βόρις Μουν συμπεριελήφθη στην δύναμη ομάδας Αμερικανών πεζοναυτών, που πήγαινε στην Ιαπωνία. Μετά την χειροτονία του επέστρεψε με τον ίδιο τρόπο στην Κορέα και διακόνησε με αφοσίωση την Εκκλησία μέχρι και τον θάνατό του (14/9/1977).
Η ΕΝ ΚΟΡΕΑ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
Υπό τήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής
Τα πολεμικά γεγονότα του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τα δεινά που υπέφερε ο κορεατικός λαός από την πολύ σκληρή ιαπωνική κατοχή (1910-1945) και οι πολιτικές ανακατατάξεις στην κορεατική χερσόνησο επηρέασαν τις σχέσεις της Ορθόδοξης Κοινότητας Σεούλ με την Εκκλησία της Ιαπωνίας. Το ίδιο συνέβη και με το Πατριαρχείο Μόσχας. Μετά τον κορεατικό πόλεμο (1950-1953), επειδή οι Νοτιοκορεάτες διέκειντο δυσμενώς προς την Ρωσσία εξ᾽ αιτίας της συμμαχίας της με την Βόρεια Κορέα, οι Ορθόδοξοι Κορεάτες δεν ήθελαν να έχουν καμμιά σχέση με την Εκκλησία της Ρωσσίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να βρεθεί η Ορθόδοξη Κοινότητα της Σεούλ αποκομμένη από την υπόλοιπη Ορθόδοξη Εκκλησία, δηλαδή χωρίς να ανήκει ουσιαστικά σε καμμιά εκκλησιαστική δικαιοδοσία.
Το πολύ σοβαρό αυτό εκκλησιολογικό πρόβλημα διευθετήθηκε με τον εξής τρόπο: Στις 25 Δεκεμβρίου του 1955, μετά από την θ. Λειτουργία των Χριστουγέννων, η Γενική Συνέλευση της Ορθόδοξης Κοινότητας του Αγίου Νικολάου Σεούλ αποφάσισε ομόφωνα να ζητήσει την υπαγωγή της στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έκανε δεκτό το αίτημα και από τότε μέχρι σήμερα η εν Κορέα Ορθόδοξη Εκκλησία είναι Επαρχία του Οικουμενικού Θρόνου.
Με απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανατέθηκε το 1956 η διαποίμανση της εν Κορέα Εκκλησίας κατ᾽ αρχήν στην Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας και μετά από μικρό χρονικό διάστημα στην Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής με Έξαρχο Κορέας τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Μιχαήλ (Κωνσταντινίδη). Το 1962 ο Αρχιεπίσκοπος Β. και Ν. Αμερικής Ιάκωβος (Κουκούζης) πραγματοποίησε ποιμαντική επίσκεψη στην Κορέα και στήριξε με ουσιαστικό τρόπο το ορθόδοξο ποίμνιο.
Το 1967 εκποιήθηκε η εκκλησιαστική περιουσία στην περιοχή Τσονγκ Ντογκ και με τα χρήματα από την εκποίηση αγοράστηκε μεγάλο οικόπεδο στην περιοχή Μάπο-κου και άρχισε η ανέγερση του σημερινού καθεδρικού ναού του Αγίου Νικολάου.
Το 1969 ο Αρχιμ. Ευγένιος Παπαγιάννης (Πάπας)της Αρχιεπισκοπής Αμερικήςορίστηκε προϊστάμενος του Ι. Ναού Αγ. Νικολάου Σεούλ, για να συνδράμη τον φιλάσθενο π. Βόριδα Μουν. Υπηρέτησε στην Κορέα μέχρι το 1973.
Υπό τήν Ιερά Μητρόπολη Ν. Ζηλανδίας
Στις 8 Ιανουαρίου του 1970 ιδρύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η Ιερά Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας και ο νεοεκλεγείς Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας Διονύσιος (Ψάχας) ορίστηκε και Έξαρχος Κορέας.
Την 1η Δεκεμβρίου του 1975 έφθασε στην Κορέα με απόσπαση από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών ο Αρχιμανδρίτης Σωτήριος Τράμπας [μετέπειτα Επίσκοπος Ζήλων (1993-2004), κατόπιν Μητροπολίτης Κορέας (2004-2008) και νυν Μητροπολίτης Πισιδίας], ανταποκρινόμενος σε σχετικό αίτημα της Ορθόδοξης Κοινότητας Σεούλ[11]. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας και Έξαρχος Κορέας Διονύσιος με την στενή συνεργασία του π. Σωτηρίου ως Αρχιμανδρίτη κατ᾽ αρχάς και ως βοηθού Επισκόπου Ζήλων κατόπιν επιτέλεσαν μαζί πράγματι ένα θαυμαστό ιεραποστολικό έργο, το οποίο δεν είχε προηγούμενο σε έκταση και ποιότητα. Το έργο αυτό δεν περιορίστηκε μόνον στην Κορέα, αλλά από το 1980 και εξής επεκτάθηκε και στις χώρες της Νοτιο-Ανατολικής Ασίας (Ινδία, Ινδονησία, Χονγκ-Κονγκ, Φιλιππίνες, Σιγκαπούρη, Ταϋλάνδη), περιοχές υπαγόμενες στην δικαιοδοσία του Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας.
Η Ιερά Μητρόπολη Κορέας
Στις 20 Απριλίου 2004 ιδρύθηκε υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου η Ιερά Μητρόπολη Κορέας. Πρώτος Μητροπολίτης της εκλέχθηκε ο Επίσκοπος Ζήλων Σωτήριος, του οποίου η ενθρόνιση πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουνίου υπό του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αμερικής Δημητρίου, ως εκπροσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου.
Κατά τα τελευταία τριάντα τρία χρόνια (1975-2008), χάρις στην ανύστακτη φροντίδα και τον αξιοθαύμαστο και αξιομίμητο μεγάλο ιεραποστολικό ζήλο του π. Σωτηρίου η εν Κορέα Εκκλησία αναπτύχθηκε, οργανώθηκε και απέκτησε γερές ρίζες στην κορεατική γη. Έτσι σήμερα η Ιερά Μητρόπολη Κορέας διαθέτει επτά οργανωμένες ενορίες στην Ν. Κορέα (στις πόλεις Σεούλ, Πουσάν, Ιντσόν, Τσόντζου, Πάλανγκ-λι, Τσούντσον και Ουλσάν) και μία στην Β. Κορέα (Πιονκγιάνγκ)[12], δέκα τρία παρεκκλήσια, ένα γυναικείο μοναστήρι, ιεραποστολικό κέντρο, εκδοτικό οίκο υπό την επωνυμία “Korean Orthodox Editions” με πολλές και αξιόλογες εκδόσεις στα κορεατικά, δύο βιβλιοπωλεία (Book Café “Φιλοκαλία” και Book Café “Λόγος”), ο ιστοχώρος orthodox.or.kr, κατασκήνωση, Παιδικό Σταθμό με την ονομασία “Ευαγγελισμός της Θεοτόκου”, Kέντρο Mερίμνης Υπερηλίκων, ιδιόκτητο ορθόδοξο κοιμητήριο και ετοιμάζεται η ανέγερση του Ασιατικού Ορθόδοξου Εκπαιδευτικού και Συνεδριακού Κέντρου, στο οποίο θα λειτουργήσει και η πρώτη Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή στην Ανατολική Ασία. Η Ιερά Μητρόπολη Κορέας είναι μέλος του τοπικού συμβουλίου Εκκλησιών The National Council of Churches in Korea (NCCK) και συμμετέχει στους θεολογικούς διαλόγους. Η Α.Θ. Παναγιότητα ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος επισκέφθηκε τρεις φορές την Κορέα (8-13/4/1995, 26/2-2/3/2000 και ….-28/6/2005). Κατά τις τρεις αυτές κεφαλαιώδους σημασίας για την ζωή της τοπικής Εκκλησίας ποιμαντικές επισκέψεις του Παναγιωτάτου, και οι οποίες φανερώνουν την μεγάλη ποιμαντική μέριμνα της Μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως για την διάδοση της ορθόδοξης μαρτυρίας στην Κορέα, κατετέθησαν θεμέλιοι λίθοι και εγκαινιάστηκαν ιεροί ναοί και κτήρια. Επίσης με την μεσολάβηση του Παναγιωτάτου κατά την πρώτη Του επίσκεψη το 1995 αναγνωρίστηκε από το Κορεατικό Κράτος το “Ίδρυμα Συντηρήσεως και Διαφυλάξεως της Περιουσίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Κορέα” ως Νομικό Πρόσωπο, με το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Κορέα έλαβε νομική υπόσταση. Σύμφωνα με το εγκεκριμένο καταστατικό το εν λόγω Ίδρυμα και η περιουσία του τελούν υπό τον έλεγχο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Κορεατικού Κράτους.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΟΡΕΑΣ
Στην Κορέα, όπως και στις λοιπές χώρες της Άπω Ανατολής, ο πληθυσμός της χώρας ήταν μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ᾽40 αμιγώς γηγενής. Σπανιώτατα συναντούσε κανείς στην Κορέα μη Κορεάτη. Οι ελάχιστοι μη Κορεάτες ήσαν Κινέζοι, Ιάπωνες και κάποιοι δυτικοί ιεραπόστολοι, περισσότεροι από την Αμερική και μερικοί από την Ευρώπη. Όμως μετά τον πόλεμο της Κορέας (1950-1953) έκαναν την εμφάνισή τους όλο και περισσότεροι ξένοι, κυρίως Αμερικανοί. Έτσι, δειλά δειλά, άρχισαν να έρχονται αλλοδαποί από την Δύση, για εμπορικούς κυρίως λόγους, μεταξύ των οποίων ήταν δυνατόν να βρεθεί και κάποιος Ορθόδοξος.
Βεβαίως από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι., στην Σεούλ και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα της Κορέας υπήρχαν σημαντικές ρωσσικές παροικίες, με Ρώσσους προερχομένους κυρίως από την απωανατολική Ρωσσία. Αλλά μετά την νίκη των Ιαπώνων κατά τον ρωσσο-ιαπωνικό πόλεμο (1904) όλοι οι Ρώσσοι υπήκοοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την κορεατική χερσόνησο[13]. Έτσι και πάλι μετά δυσκολίας μπορούσε κανείς να συναντήσει μη Κορεάτη Ορθόδοξο. Η εικόνα, όμως, άλλαξε μετά από την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ρωσσία και στις βαλκανικές χώρες την δεκαετία του ᾽90, όταν δηλαδή άρχισαν να εμφανίζονται στην Κορέα από ορθόδοξες χώρες οι πρώτοι οικονομικοί μετανάστες. Ερχόμενοι στην Κορέα, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, πολλοί εξ αυτών ενδιαφέρθηκαν να βρουν ορθόδοξο ναό. Εξ αρχής βρήκαν καταφυγή και συμπαράσταση στην αγκαλιά της εν Κορέα Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο τότε Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ζήλων Σωτήριος τους αγκάλιασε με όλη του την αγάπη και την πατρική στοργή και σιγά σιγά δημιουργήθηκε ο πρώτος πυρήνας σλαβοφώνων Ορθοδόξων. Ο ίδιος έμαθε να λειτουργεί στα σλαβονικά και τελούσε από το 1992 στην Σεούλ (στο παρεκκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου) η στην Ιερά Μονή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Καπιόνγκ, στην οποία έμεναν οι προσκυνητές τα σαββατοκύριακα, την θ. Λειτουργία. Επίσης τελούσε ιδιαίτερες ακολουθίες για τους σλαβόφωνους τα Χριστούγεννα και στις μεγάλες εορτές με το παλαιό εορτολόγιο, για να αισθάνονται “σαν το σπίτι τους”. Εν συνεχεία, το 1995, κατά την ιστορική πρώτη επίσημη ποιμαντική επίσκεψη της Α. Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίου Κυρίου Βαρθολομαίου στην Κορέα, ετέθη υπό του Παναγιωτάτου ο θεμέλιος λίθος του παρεκκλησίου του Αγίου Μαξίμου του Γραικού, στο οποίο έκτοτε οι σλαβόφωνοι εξυπηρετούνται λειτουργικώς. Κατόπιν, το έτος 1998, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ζήλων Σωτήριος εζήτησε, μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου, να σταλεί στην Κορέα από το Πατριαρχείο της Μόσχας ένας Ρώσσος ιερέας για να αναλάβει την ποιμαντική μέριμνα των Ρώσσων και των υπολοίπων σλαβοφώνων[14]. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ενέκρινε το αίτημα. Στην αίτηση του Θεοφιλεστάτου καθίστατο σαφές ότι ο αποσταλησόμενος ιερέας θα έπρεπε να ανήκει στην δύναμη της εν Κορέα Εκκλησίας απ᾽ την οποία θα ελάμβανε μισθό και θα μνημόνευε τον οικείο Μητροπολίτη[15]. Το Πατριαρχείο της Μόσχας δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα αμέσως. Πέρασαν δύο χρόνια και τελικώς το 2000 εστάλη από το Πατριαρχείο της Μόσχας ο Ρωσσοκορεάτης ιερομόναχος Θεοφάνης Κιμ. Σε επιστολή του προς τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Ζήλων Σωτήριο, ο τότε Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σμολένσκ και Καλίνινγκραντ Κύριλλος (νυν Μακαριώτατος Πατριάρχης Μόσχας), υπεύθυνος επί των Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας, ανέφερε τα εξής χαρακτηριστικά:
“Θεοφιλέστατε, Σας χαιρετώ εγκάρδια και ευχαριστώ για το γράμμα Σας, που είναι γεμάτο με αρχιερατική φροντίδα για την πνευματική διαποίμανση του ρωσσοφώνου ορθοδόξου ποιμνίου, που ζει μονίμως στην Κορέα. Η Ιεραρχία της Ρωσσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας συμμερίζεται την ανησυχία Σας και την ουσιαστική ανάγκη εποικοδομητικής λύσης του ζητήματος.
Σε απάντηση της επιστολής Σας Σας πληροφορώ, ότι από την Ρωσσική Ορθόδοξη Εκκλησία αποστέλλεται προσωρινά στην Κορέα για ποιμαντική διακονία ο ιερομόναχος Θεοφάνης Κιμ, ο οποίος θα τελεί στην διάθεση της Θεοφιλίας Σας και θα εκτελεί όλα τα ανατιθέμενα σ᾽ αυτόν διακονήματα, αλλά δικαιοδοσιακά θα συνεχίσει να ανήκει στην Ρωσσική Ορθόδοξη Εκκλησία.
Παρακαλώ, Θεοφιλέστατε να στείλετε την κατάλληλη πρόσκληση στον Ιερομόναχο Θεοφάνη για την χορήγηση βίζας εισόδου στην Κορέα.
Με αδελφική εν Κυρίω αγάπη
Ο Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας
Τελικώς ο ιερομόναχος Θεοφάνης Κιμ έφθασε στην Κορέα τον Αύγουστο του 2000 και ανέλαβε από τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Ζήλων Σωτήριο την διακονία του προς τους Ρώσσους και σλαβόφωνους πιστούς.
Σήμερα η Ορθόδοξη Μητρόπολη Κορέας έχει υπό την ευθύνη της την ποιμαντική μέριμνα όλων των Ορθοδόξων που διαμένουν στην χώρα, αλλά και των Ορθοδόξων διερχομένων ναυτικών και επιχειρηματιών. Δηλαδή οι Ορθόδοξοι όλων των εθνικοτήτων (Κορεάτες, Ρώσσοι, Ουκρανοί, Ρουμάνοι, Έλληνες, Σέρβοι, Βούλγαροι, Αμερικανοί, Ευρωπαίοι, Αυστραλοί, Σύριοι, Αιγύπτιοι κ.α) είναι κάτω από το ωμοφόριο του Οικουμενικού Πατριάρχου. Για την καλύτερη ποιμαντική εξυπηρέτηση όλων των Ορθοδόξων, στην μεν Σεούλ λειτουργεί στον χώρο του Ιεραποστολικού Κέντρου, εκτός του καθεδρικού ιερού ναού του Αγίου Νικολάου, και ο ιερός ναός του Αγίου Μαξίμου του Γραικού, στον οποίο χρησιμοποιείται ως λειτουργική γλώσσα η σλαβονική, για τους σλαβόφωνους Ορθοδόξους, αλλά κατά καιρούς και η αγγλική για τους αγγλόφωνους. Επίσης στην Ενορία “Ευαγγελισμός της Θεοτόκου” στην πόλη Πουσάν λειτουργεί το παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου στο οποίο τελείται στα σλαβονικά η θ. Λειτουργία.
Από το 1992 μέχρι σήμερα ικανός αριθμός Ρώσσων και λοιπών σλαβόφωνων κατηχήθηκαν και βαπτίστηκαν Ορθόδοξοι και τελέστηκε το Μυστήριο του Γάμου σε όσους είχαν τελέσει μόνον πολιτικό γάμο. Εκτός όμως από την πνευματική συμπαράσταση πολλοί έχουν βοηθηθεί και υλικώς από την Ιερά Μητρόπολη Κορέας. Αρκετοί π.χ. φιλοξενήθηκαν και φιλοξενούνται στον ξενώνα του Ιεραποστολικού Κέντρου της Σεούλ για μικρά η μεγάλα διαστήματα, άλλοι έχουν λάβει βοήθεια σε περιπτώσεις προβλημάτων υγείας, εργασίας κ.λπ. Οι σλαβόφωνοι και αγγλόφωνοι Ορθόδοξοι της Σεούλ στις μεγάλες γιορτές συλλειτουργούνται με τους Κορεάτες πιστούς στον Καθεδρικό Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στην Σεούλ. Κάθε Κυριακή συμμετέχουν στο γεύμα αγάπης, που παρατίθεται για όλους τους πιστούς σε κάθε Ενορία. Επίσης τα παιδιά τους συμμετέχουν στα κατηχητικά και κατασκηνωτικά προγράμματα της Ιεράς Μητροπόλεως. Κλίμα αληθινής αδελφικής αγάπης και ατμόσφαιρα Πεντηκοστής επικρατεί στις κυριακάτικες ευχαριστιακές συνάξεις, γιατί η εν Κορέα Ορθόδοξη Εκκλησία ενώνει τους πιστούς των διαφόρων εθνικοτήτων σε μία πνευματική οικογένεια.
Καθοριστική σημασία για την καλλιέργεια του οικουμενικού πνεύματος της Ορθοδοξίας στην Κορέα είναι και το γεγονός ότι ο επίσημος τίτλος της εν Κορέα Εκκλησίας στις δημόσιες υπηρεσίες, στις πινακίδες στους δρόμους η έξω απ᾽ τους ναούς, στα έγγραφα, στις εκδόσεις βιβλίων και άλλων εντύπων είναι από το 2004, έτος ιδρύσεως της Ιεράς Μητροπόλεως Κορέας, “Orthodox Metropolis of Korea”, ενώ μέχρι το 2004 ήταν “Korean Orthodox Church”. Με άλλα λόγια πουθενά δεν θα συναντήσει κανείς εθνικούς τίτλους όπως “GreekOrthodox”[17], “RussianOrthodox” κ.λπ η πουθενά δεν θα δει να κυμματίζει κάποια εθνική σημαία. Οι Ορθόδοξοι Κορεάτες γνωρίζουν ότι η Εκκλησία είναι δική τους και όχι των Ελλήνων η των Ρώσσων, και πως μέσα στην Εκκλησία τους έχουν θέση ΟΛΟΙ οι Ορθόδοξοι οι κατοικούντες και παροικούντες στην φιλόξενη χώρα τους.
Κατόπιν των ανωτέρω θα μπορούσε, νομίζουμε, να ισχυριστεί κανείς συμπερασματικά ότι η Ιερά Μητρόπολη Κορέας πλησιάζει την αυστηρώς κανονική τάξη της αρχαίας Εκκλησίας ως προς το ζήτημα της Ορθόδοξης Διασποράς, που είναι, δηλαδή, η ύπαρξη ενός και μόνον Επισκόπου σε κάθε τόπο[18], με μοναδικό κριτήριο το γεωγραφικό και ποτέ το γλωσσικό η το εθνικοφυλετικό.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΡΕΑ
Έγιναν κατά καιρούς προσπάθειες από ρωσσικής πλευράς, (δηλαδή από εκκλησιαστικούς και διπλωματικούς παράγοντες) να εγκατασταθεί ρωσσική εκκλησιαστική δικαιοδοσία στην Κορέα. Επανειλημμένως ασκήθηκε πίεση στην Κορεατική Κυβέρνηση με δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο και στο διαδίκτυο, με προσωπικές επαφές κ.α. διπλωματικούς χειρισμούς, προκειμένου να δοθεί άδεια ανεγέρσεως ρωσσικού ναού για τις “ανάγκες” των Ρώσσων. Οι προσπάθειες απέτυχαν διότι οι κυβερνητικοί παράγοντες γνωρίζουν την ύπαρξη και λειτουργία της Ιεράς Μητροπόλεως Κορέας, αφού η εν Κορέα Ορθόδοξη Εκκλησία είναι αναγνωρισμένη από το Κορεατικό Κράτος αφ᾽ ενός και αφ᾽ ετέρου οι ίδιοι οι Ρώσσοι εκκλησιαζόμενοι πιστοί, είναι ευχαριστημένοι και πολλές φορές με δάκρυα στα μάτια εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς την Ιερά Μητρόπολη Κορέας, την οποία αισθάνονται δική τους.
Εν συνεχεία θα θέλαμε να προσθέσουμε δύο σχόλια, τα οποία, νομίζουμε, έχουν μεγάλη σημασία για όποιον ενδιαφέρεται ειλικρινώς και χωρίς σκοπιμότητες για την περαιτέρω εξάπλωση της Ορθοδοξίας στην Κορέα.
Α) Η ύπαρξη μιας και μόνον εκκλησιαστικής αρχής είναι, αυτή καθ᾽ εαυτήν, μεγίστη μαρτυρία της Ορθοδοξίας στην Κορέα. Χάρις στην ενότητα των Ορθοδόξων οποιασδήποτε εθνικότητας η φωνή της εν Κορέα Ορθόδοξης Εκκλησίας προς τους ρωμαιοκαθολικούς και προτεσταντικούς κύκλους γίνεται λίαν σεβαστή. Είναι απολύτως σαφές ότι στην περίπτωση κατά την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Κορέα θα παρουσιαζόταν κατακερματισμένη σε διάφορες δικαιοδοσίες δεν θα διέφερε στην σκέψη των Κορεατών από τις τριακόσιες πενήντα και πλέον προτεσταντικές ομολογίες, ευκτήριους οίκους των οποίων συναντά κανείς σε κάθε σχεδόν συνοικία των μεγάλων πόλεων. Και ακριβώς η μαρτυρία μας στα πανεπιστήμια, στα οποία καλούμεθα να μιλήσουμε για την Ορθόδοξη Εκκλησία η προς τους επισκέπτες των ναών μας, που έρχονται καθ᾽ ομάδας για να πληροφορηθούν περί της ορθόδοξης παράδοσης επικεντρώνεται στο σημείο της ενότητας της Ορθοδοξίας, για να γίνει σαφής η διάκριση μεταξύ των άλλων εκκλησιών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, τους λέμε, είναι η συνέχεια της Αρχαίας Εκκλησίας και είναι μία, αγία, καθολική και αποστολική. Είναι ΜΙΑ σε όλο τον κόσμο.
Β) Αλλά η μαρτυρία της ενότητας είναι μεγίστη υπόθεση και για την στήριξη της πίστης των γηγενών Ορθοδόξων Κορεατών. Οι διαφορετικές δικαιοδοσίες θα προκαλούσαν σύγχυση στους πιστούς για το ποιά απ᾽ όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες που υπάρχουν στην χώρα τους είναι η πλέον γνήσια και αληθινή. Και θα ήταν ασφαλώς μεγάλος πειρασμός για να δημιουργήσουν, κατά το προτεσταντικό πρότυπο, και οι ίδιοι δικές τους “ορθόδοξες εκκλησίες”. Ήδη υπάρχει, δυστυχώς, στην Κορέα η περίπτωση του καθηρημένου ιερέα κ. Ιουστίνου Κανγκ, ο οποίος φεύγοντας από την Ορθόδοξη Εκκλησία, μετά την ποινή της καθαιρέσεώς του υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου[19], έχει δημιουργήσει στο σπίτι του έναν ευκτήριο οίκο τον οποίο αποκαλεί “Korean Orthodox Mission. Russian Orthodox Church Outside of Russia”[20], έχοντας προς τούτο την συμπαράσταση σχισματικών παραγόντων ρωσσικής προελεύσεως. Τελευταίως μάλιστα τον “έκειραν” και μεγαλόσχημο μοναχό και την σύζυγό του μεγαλόσχημη μοναχή και τους εγκατέστησαν τον μεν ένα ηγούμενο, την δε άλλη ηγουμένη ανυπάρκτων μονών!
* * *
Η εφαρμογή της αρχαίας πατροπαράδοτης Κανονικής εκκλησιαστικής τάξεως στην Κορέα, της μιας, δηλαδή, δικαιοδοσίας υπό έναν κυρίαρχο Επίσκοπο, η οποία οφείλεται, στην διορατικότητα, στις άοκνες προσπάθειες αλλά και στην διπλωματία της αγάπης του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πισιδίας Σωτηρίου, πρέπει πάση θυσία να διατηρηθεί για την απρόσκοπτη συνέχεια της διαδόσεως της ορθόδοξης χριστιανικής μαρτυρίας στην χώρα της “Πρωϊνής Γαλήνης”. Ας μας επιτραπεί, τέλος, να ευχηθούμε, το κορεατικό εκκλησιαστικό “μοντέλο”, ως προς το θέμα της ορθόδοξης Διασποράς, να γίνει παράδειγμα προς μίμηση και προς τις άλλες ιεραποστολικές λεγόμενες χώρες, στις οποίες κηρύσσεται το ορθόδοξο μήνυμα της σωτηρίας. Τοιουτοτρόπως θα αποφευχθή ο σκανδαλισμός των ενδιαφερομένων για την Ορθοδοξία αδελφών μας, που προέρχεται από την εφάμαρτη ανταγωνιστική νοοτροπία των διαφόρων εθνικών εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών.
[1] Τὸ κορεατικὸ κράτος δὲν ἔχει καμμιὰ ἐπίσημη θρησκεία γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ κορεατικὴ κοινωνία χαρακτηρίζεται ἀπὸ πλήρη ἀνεξιθρησκεία. Ἀκόμη καὶ τὰ μέλη τῆς ἴδιας οἰκογένειας μπορεῖ νὰ ἀκολουθοῦν διαφορετικὲς θρησκεῖες. Σύμφωνα μὲ τὰ ἐπίσημα στατιστικὰ στοιχεῖα τῆς τελευταίας ἀπογραφῆς τοῦ κορεατικοῦ πληθυσμοῦ (2005) τὸ 53.1% τοῦ λαοῦ ἀνήκει σὲ κάποια θρησκεία (Βουδδιστὲς 43.0%, Προτεστάντες 34.5%, Ρωμαιοκαθολικοὶ 20.6% Κομφουκιανοὶ 0.4%, Won-buddhism 0.5% καὶ λοιπὰ θρησκεύματα 0.1%) ἐνῶ τὸ 46.5% εἶναι ἄνευ θρησκεύματος.
[2] Βάσει ἀρχαιολογικῶν εὑρημάτων ὑποστηρίζεται ἡ ἄποψη ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς στὴν Κορέα μπορεῖ νὰ ἔχει ἱστορία 1200 χρόνων. Γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ βλέπε περισσότερα στὴν ἐργασία μας Ὁμοιότητες στὴν εἰκονογραφία Χριστοῦ καὶ Βούδα, Ἀθήνα: Μαΐστρος, 2009, 113-116.
[3]Ὡς γνωστὸν ἡ ἐν Ρωσσίᾳ Ἐκκλησία ἀνεκηρύχθη Αὐτοκέφαλη τὸ 1448. Τὸ 1589 μὲ Πατριαρχικὸ Τόμο, ποὺ ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἱερεμία Β´ τὸν Τρανὸ ἀνυψώθηκε σὲ Πατριαρχεῖο μὲ πρῶτο Πατριάρχη Μόσχας τὸν Μητροπολίτη Κολόμνας Ἰὼβ (26/1/1589). Τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας καταργήθηκε τὸ 1700 ἀπὸ τὸν τσάρο Πέτρο Α´ τὸν Μεγάλο. Ὁ Μέγας Πέτρος ἀνάμεσα στὶς ἄλλες μεταρρυθμίσεις ποὺ ἔκανε τροποποίησε καὶ τὸ Καταστατικὸ τῆς Ρωσσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀρνούμενος νὰ διορίσει νέο Πατριάρχη Μόσχας μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχη Ἀνδριανοῦ. Ἀπὸ τὸ 1700 ἕως τὸ 1917 τὴν διοίκηση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρωσσίας ἐξασκοῦσε ἡ Ἱερὰ Διοικοῦσα Σύνοδος. Τὸ 1917 ἐπὶ Λένιν ἔγινε ἡ ἐπανίδρυση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καὶ στὶς 5(18)/11/1917 ἐξελέγη ὁ Πατριάρχης Τύχων.
[4] Ὡς πηγὴ γιὰ τὴν σύνταξη τοῦ ἱστορικοῦ μέρους τῆς παρούσης ἐργασίας χρησιμοποιήθηκε κυρίως τὸ ἔργο τοῦ Ἀνδρέου Στ. Χελιώτη, Ἡ Ὀρθοδοξία στὴν Κορέα, Συνοπτικὸ χρονικὸ τῆς Ἱεραποστολῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴν Κορέα, Ἀθήνα: Πατριαρχικὸν Ἵδρυμα Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς Ἄπω Ἀνατολῆς, 2005.
[5] Ὁ ἱεροδιάκονος Νικόλαος Ἀλεξέγιεφ χειροτονήθηκε τὸ 1901 ἱερομόμαχος. Ὑπηρέτησε στὴν Κορέα μέχρι τὸ 1903. Ἐπανῆλθε τὸ 1908, λόγῳ ἐλλείψεως ἱερέων στὴν ἱεραποστολή, καὶ ἀναχώρησε ὁριστικὰ τὸ 1911 γιὰ τὸ Βλαδιβοστόκ.
[6]Παρέμεινε στὴν Κορέα μέχρι τὸ 1904, ποὺ ἐκδιώχθηκε κατὰ τὸν ρωσσο-ιαπωνικὸ πόλεμο ἀπὸ τοὺς Ἰάπωνες. Τὸ ἴδιο ἔτος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Τσεμποκσάρσκ καὶ τὸ 1905 μετετέθη στὴν Ἐπισκοπὴ Ἐλισαβετγκράντ, τῆς Ἐπαρχίας Χερσῶνος.
[7] Τὰ μέλη τοῦ πρώτου ἱεραποστολικοῦ κλιμακίου, τὸ ὁποῖο ἀποφασίστηκε νὰ σταλεῖ στὴν Κορέα ἀπὸ τὴν Διοικοῦσα Σύνοδο τῆςὈρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας ἀποτελοῦνταν ἐκτὸς τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου καὶ ἀπὸ τὸν διάκονο Νικόλαο Ἀλεξέγιεφ καὶ τὸν ψάλτη Ἀ. Κράσιν. Λόγῳ ὅμως δυσκολιῶν δὲν μπόρεσαν νὰ πάρουν βίζα γιὰ τὴν Κορέα καὶ ἔτσι παρέμειναν στὴν περιοχὴ Οὐσσούρι μέχρι νὰ τοὺς ἐπιτραπεῖ ἡ εἴσοδός τους στὴν Κορέα. Ἀργότερα ἡ Διοικοῦσα Σύνοδος ἀναγκάστηκε νὰ ἀνακαλέσει τὸν διορισμὸ τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου λόγῳ προβλημάτων ποὺ παρουσιάστηκαν στὸ Νοβοκίεβσκ μεταξὺ τοῦ Ἀρχιμ. Ἀμβροσίου καὶ τῶν ἀξιωματούχων τοῦ ἐγκατεστημένου ἐκεῖ στρατιωτικοῦ συντάγματος.
[8]Ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Κορέα τὸ 1912, ὁπότε ἐξελέγη Βοηθὸς Ἐπίσκοπος Νικόλσκυ τῆς ἐπαρχίας Βλαδιβοστόκ καὶ ἀπὸ τὴν νέα του θέση εἶχε τὴν ἐποπτεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς στὴν Κορέα.
[9] Μετέβη γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Κορέα τὸ 1906 ὡς ψάλτης. Τὸ 1908 ἐκάρη μοναχὸς καὶ τὸ 1911 χειροτονήθηκε ἱεροδιάκονος καί ἱερομόναχος. Τὰ ἔτη 1911-1913 διηύθυνε τὸ Μετόχι τῆς Ἱεραποστολῆς στὸ Βλαδιβοστόκ.
[10] Ἐπίσης ἀπὸ τὸ 1954 ἕως τὸ 1955 διακόνησε στὶς ἀνάγκες τῆς Ὀρθόδοξης Ἱεραποστολῆς καὶ ὁ ἱερέας τοῦ Ἑ.Ἐκ. Σώματος Ἀρχιμ. Δανιήλ Ἰβηρίτης.
[11] Ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω ἀναφερομένων τεσσάρων Ἑλλήνων κληρικῶν διακόνησαν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὴν Κορέα γιὰ μικρὰ ἤ μεγαλύτερα διαστήματα καὶ οἱ ἑξῆς ἐξ Ἑλλάδος προερχόμενοι κληρικοί: Πρωτοπρ. Κωνσταντῖνος Χαλβατζάκης, Ἀρχιμ. Παγκράτιος Μπρούσαλης, Ἀρχιμ. Σωφρόνιος Γραβάνης, Ἀρχιμ. Κύριλλος Χριστάκης (νῦν Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος), Ἀρχιμ. Θεόκλητος Τσίρκας, Ἀρχιμ. Νικόδημος Γιαννακόπουλος, Ἀρχιμ. Γεώργιος Στέφας, Μητροπολίτης Ἀχελώου Εὐθύμιος, Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ρακιντζάκης (νῦν Ἐπίσκοπος Ἀνθίδων), Δαμασκηνὸς Βολιώτης, Ἱερομ. Ἰγνάτιος Σεννῆς (νῦν Ἐπίσκοπος Μαδαγασκάρης), Πρωτοπρ. Νικόλαος Γαλιλαῖος καὶ Πρωτοπρ. Ἐλευθέριος Χαβάτζας.
[12] Γιὰ τὴν ἀνέγερση ὑπὸ τῆς βορειοκορεατικῆς κυβερνήσεως τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίας Τριάδος Πιονκγιάνγκ ἐστάλη στὴν Β. Κορέα ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορέας μεγάλη οἰκονομικὴ βοήθεια ὅπως π.χ. οἰκοδομικὰ ὑλικά, ἀνυψωτικὸς γερανός, ἠλεκτρογενήτριες, κλιματιστικά, κ.λπ.
[13] Βλ. Ἀνδρέα Χελιώτη, ὅ.π. σελ. 27 καὶ 69.
[14] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας, Ἐπιστολὴ (Ἀριθμ. Πρωτ. 12/29-1-1998) τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ζήλων Σωτηρίου πρὸς τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Ν. Ζηλανδίας καὶ Ἔξαρχο Κορέας Διονύσιο περὶ ἀποστολῆς Ρώσσου Ἱερέως ἐκ τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας στὴν Κορέα.
[15] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας, Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Ζήλων Σωτήριο (10-7-2000) ὁ τότε Ἀρχιγραμματεύων τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου Σεβ. Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Μελίτων, πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Ρώσσου ἱερέως γράφει ὅτι “κατὰ τὸ διάστημα τῆς διακονίας αὐτοῦ ὁ εἰρημένος κληρικὸς (σ.σ. δηλαδὴ ὁ Ἱερομόναχος Θεοφάνης Κίμ) κατὰ τὰς ἱερὰς ἀκολουθίας καὶ τελετὰς θὰ μνημονεύῃ τοῦ ὀνόματος μόνον τοῦ κυριάρχου Μητροπολίτου, ἤτοι τοῦ Σεβ. Νέας Ζηλανδίας κ. Διονυσίου· ἐν περιπτώσει δὲ συλλειτουργίας μετὰ τῆς ὑμετέρας Θεοφιλίας τοῦ ὀνόματος ὑμῶν” (σ.σ. ἐννοεῖται τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Ζήλων Σωτηρίου).
[16] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας, Ἀριθμ. Πρωτ. 1188/3.7.2000.
[17]Γιὰ τὸ περιεχόμενο καὶ τὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη τοῦ ὅρου “Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία” βλ. Ἀρχιμ. Ἐλπιδοφόρου Λαμπρυνιάδου, Ἀρχιγραμματέως τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, “Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ ἐν ΗΠΑ Ἐκκλησία”, Ἐπίσκεψις, ἔτος 41ο, ἀριθμ. 715/31 Ἰουλίου 2010, σελ. 8-10.
[18] Βλ. Ἀπόφαση γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Διασπορὰ τῆς Δ´ Προσυνοδικῆς Πανορθόδοξης Διάσκεψης στὸ ἐν Σαμπεζὺ Ὀρθόδοξο Κέντρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀπὸ 6- 13 Ἰουνίου 2009.
[19] Ἀρχεῖο Ἱ.Μ.Κορέας, Ἀπόφαση καθαιρέσεως Ἰουστίνου Κάνγκ, Ἀριθμ. Πρωτ. 74/12-2-1993.
[20]Βλ. τὴν ἱστοσελίδα http://www.korthodox.org
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
AΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ «ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2020 ΚΑΙ 2021.
blog counter Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί «ο Χριστός είη εν τω μέσω ημών». Ευχαριστηριακές δοξολογίες οφείλουμε στον «ενανθρωπήσαντα» Θεό μας...
-
blog counter Ο άγιος Νικόλαος Κασάτκιν (1836 – 1912), θεμελιωτής τής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ιαπωνία “Σ’ όλη τη διά...
-
blog counter Τοῦ Ἰωάννη Λεοντακιανάκου . Στὴν παροῦσα περίοδο, 245 ἑκατομμύρια Χριστιανῶν παγκοσμίως ὑπόκεινται ...